ΔΕΡΜΟΕΙΔΗΣ ΚΥΣΤΗ-ΕΠΙΔΕΡΜΟΕΙΔΗΣ ΚΥΣΤΗ-ΕΝΔΟΟΣΤΙΚΗ ΔΕΡΜΟΕΙΔΗΣ ΚΥΣΤΗ

Οι δερμοειδείς κύστεις είναι σχετικά συχνές στον άνθρωπο. Η προέλευσή τους σχετίζεται με την διάπλαση του οργανισμού κατά την εμβρυϊκή ζωή. Πιο συγκεκριμένα το πρόσωπο αναπτύσσεται από σχηματισμούς που ονομάζονται βραγχιακά τόξα, που εκπορεύονται από τα πλάγια και συγκλίνουν προς τη μέση γραμμή. Αν κατά τη σύγκλεισή τους εγκλωβιστούν έγκλειστα εμβρυικά υπολείμματα προερχόμενα από την επιφάνεια (επιθηλιακά υπολείμματα) είναι δυνατό αυτά τα τελευταία να ενεργοποιηθούν μετά την γέννηση σχηματίζοντας μια κύστη, τη δερμοειδή κύστη ή την επιδερμοειδή κύστη. Ανάλογα με τη θέση που συμβαίνει αυτή η έγκλειση εμφανίζεται και η κύστη. συχνότερα αυτό γίνεται στη μέση γραμμή κάτω από το σαγόνι (στο γένειο στην λεγόμενη υπογενείδια χώρα), το πλάγιο πέρας του οφρύος, στη σφαγιτιδική εντομή, πάνω από το στέρνο .  Είναι συνήθως μαλακή, ευπίεστη και αν συλληφθεί με τα δάκτυλα κινείται ανεξάρτητα σε σχέση με τους γύρω ιστούς. Οι δερμοειδείς κύστεις εντοπίζονται στα σημεία που συνενώνονται οι τρεις εμβρυϊκές καταβολές του προσώπου, μετωπιαία, άνω γναθιαία, κάτω γναθιαία.

Υπάρχουν επίσης, και οι ενδοοστικές δερμοειδείς κύστεις , οι οποίες προβάλλουν σαν ανώδυνες, σκληρές διογκώσεις , συνήθως στο τριχωτό της κεφαλής και εντοπίζονται ανάμεσα από τα οστά της διπλόης του κρανίου.

Η ηλικία εμφάνισης των δερμοειδών κύστεων ποικίλλει από τη γέννηση έως την τρίτη ηλικία. Στα παιδιά , συνήθως, διαγιγνώσκονται πριν την ηλικία των 5 ετών , ενώ  η μέση ηλικία εμφάνισης είναι τα 2,6 έτη.

Οι επιδερμοειδείς κύστεις, όπως προαναφέρθηκε μπορεί να προέρχονται από εμβρυικά επιθηλιακά υπολείμματα που εγκλωβίζονται κατά την ενδομήτρια ζωή. Οι επιδερμοειδείς κύστεις εμφανίζονται στο δέρμα και μοιάζουν με τις συχνές σμηγματογόνες κύστεις, με τη διαφορά ότι στις μεν πρώτες το υπερκείμενο δέρμα είναι ανέπαφο, στις δε δεύτερες το υπερκείμενο δέρμα συχνά παρουσιάζει αλλοιώσεις. Η διαφορά δε των επιδερμοειδών κύστεων με τις δερμοειδείς είναι ότι στις τελευταίες βρίσκονται στο εσωτερικό της και εξαρτήματα του δέρματος, όπως τρίχες και ιδρωτοποιοί αδένες.

Τα τερατώματα ή τερατοειδείς κύστεις είναι συναφείς βλάβες με τις δερμοειδείς και τις επιδερμοειδείς κύστεις, μιας και θεωρείται πως και αυτές προέρχονται από εγκλωβισμό επιθηλιακών κυττάρων κατά την ενδομήτρια ζωή. Τα τερατώματα μπορεί να περιέχουν διάφορους ιστούς στο εσωτερικό τους, όπως τρίχες, δόντια, οστό, χόνδρο και πολλά άλλα. Είναι συχνά δε τα τερατώματα των ωοθηκών. Τα τερατώματα εμφανίζονται σε παιδιά, ενώ οι δερμοειδείς  και οι επιδερμοειδείς κύστεις εμφανίζονται συχνότερα σε μεγαλύτερες ηλικίες. Οι συχνότερες θέσεις εντόπισης των τερατωμάτων είναι οι ίδιες με αυτές των δερμοειδών κύστεων, δηλαδή η υπογενίδειος χώρα και το έδαφος του στόματος κατά τη μέση γραμμή.

Πώς θεραπεύονται αυτές οι κύστεις;

Η θεραπεία των δερμοειδών κύστεων, των επιδερμοειδών κύστεων και των τερατωμάτων είναι η ολική χειρουργική τους εξαίρεση και μόνο αυτή. Ανάλογα με την εντόπιση γίνεται και η προσπέλαση. Παρότι τόσο οι δερμοειδείς κύστεις, όσο και τα τερατώματα έχουν παχύ τοίχωμα, η αποκόλλησή τους από τους γύρω ιστούς είναι δυσχερής, γιατί συμφύονται αρκετά με αυτούς.Αν οι κύστεις δεν αφαιρεθούν σωστά είναι δυνατή η υποτροπή τους.

 

 

Αφήστε μια απάντηση